Ο Παρθενώνας

Ο Παρθενώνας είναι ένας αρχαίος ελληνικός ναός χτισμένος στην Ακρόπολη της Αθήνας. Είναι κατασκευασμένος από λευκό πεντελικό μάρμαρο και ήταν αφιερωμένος στη θεά Αθηνά, την προστάτιδα της πόλης των Αθηνών.

Η κατασκευή του ξεκίνησε το 447 π.Χ. με απόφαση του Αθηναίου πολιτικού Περικλή στο πλαίσιο ενός γενικότερου οικοδομικού προγράμματος στην Ακρόπολη, τα ιερά της οποίας είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες το 480 π.Χ. Ο Παρθενώνας χτίστηκε πάνω στα ερείπια του ημιτελούς και κατεστραμμένου αρχαϊκού ναού, του λεγόμενου «Προπαρθενώνα» ή «Εκατόμπεδου».

Αρχιτέκτονες ήταν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης, ενώ επιστάτης του όλου έργου και κυρίως του γλυπτικού διάκοσμου ήταν ο γλύπτης και φίλος του Περικλή, Φειδίας. Η κατασκευή ολοκληρώθηκε το 438 π.Χ. και τα τελευταία αγάλματα τοποθετήθηκαν το 432 π.Χ.

Είναι ένα κτήριο δωρικού αρχιτεκτονικού ρυθμού, που όμως συνδυάζει στοιχεία και του Ιωνικού, όπως για παράδειγμα η ζωφόρος και οι εσωτερικοί ιωνικοί κίονες. Έχει διαστάσεις 31x70 μέτρα περίπου και έχει ύψος 19 μέτρα. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για οκτάστυλο, περίπτερο ναό με εξάστυλο, αμφιπρόστυλο σηκό (για τα είδη των αρχαίων ναών βλ εδώ>>).

Ο ναός είχε πλούσια διακόσμηση. Τα αρχιτεκτονικά γλυπτά μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: τις μετόπες, τα αετώματα και τη ζωφόρο.

Οι μετόπες είναι ορθογώνιες πλάκες με ανάγλυφες παραστάσεις που αναπαριστούν σκηνές από τη μυθολογία σχετικές με την πόλη της Αθήνας. Ο Παρθενώνας διέθετε 92 συνολικά μετόπες, όλες κοσμημένες με ανάγλυφα. Οι μετόπες της ανατολικής κύριας πλευράς, απεικονίζουν τη Γιγαντομαχία, τη μυθική μάχη μεταξύ των Ολύμπιων Θεών και των Γιγάντων. Οι μετόπες της βόρειας πλευράς σκηνές από τον Τρωικό Πόλεμο, της δυτικής πλευράς την Αμαζονομαχία, μάχη μεταξύ Αθηναίων και Αμαζόνων, και οι νότιες μετόπες απεικονίζουν την Κενταυρομαχία, μάχη εναντίων των Κενταύρων.

Τα δύο τριγωνικά αετώματα του Παρθενώνα περιέχουν ολόκληρα αγάλματα θεών και θεοτήτων. Το ανατολικό αέτωμα απεικονίζει τη γέννηση της θεάς Αθηνάς, ενώ το δυτικό αέτωμα τη διαμάχη μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα για την κυριαρχία στην Αθήνα.

Η ζωφόρος του Παρθενώνα είναι μία ζώνη με ανάγλυφα που βρίσκεται γύρω από τον σηκό του ναού. Έχει μήκος 160 μέτρα και απεικονίζει την Πομπή των Παναθηναίων, την πιο σημαντική θρησκευτική εορτή της Αθήνας. Σε όλο το μήκος της εμφανίζονται 378 ανθρώπινες και θεϊκές μορφές, καθώς και περισσότερα από 200 ζώα, κυρίως άλογα.

Το εσωτερικό

Η είσοδος στον κυρίως ναό γινόταν από την ανατολική κεντρική θύρα του ναού. Μέσα έστεκε το γιγάντιο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου. Ήταν κατασκευασμένο από τον Φειδία από χρυσό και ελεφαντόδοντο και είχε ύψος περίπου 12 μέτρα. Στο χέρι της, η θεά κρατούσε μία Νίκη. Μπροστά από το άγαλμα υπήρχε μία δεξαμενή νερού που παρείχε την απαραίτητη υγρασία για τη διατήρηση του ελεφαντόδοντου. Ο χώρος περιβαλλόταν από τις 3 πλευρές από διώροφη (δίτονη) δωρική κιονοστοιχία, που στήριζε τις δοκούς της οροφής.

Το δυτικό δωμάτιο, ή αλλιώς «Οπισθόδομος» και χρησίμευε πιθανότατα ως θησαυροφυλάκιο της πόλης, όπου εκτός των άλλων φυλασσόταν ο θησαυρός και τα χρήματα της Αθηναϊκής Συμμαχίας, που την εποχή εκείνη βρισκόταν σε πλήρη ακμή. Η οροφή του διαμερίσματος αυτού στηριζόταν σε τέσσερις ψηλούς ιωνικούς κίονες.

Ο ελληνιστικός και ρωμαϊκός Παρθενώνας

Το 334 π.Χ. ο Μέγας Αλέξανδρος, ύστερα από τη νίκη του στον Γρανικό κατά των Περσών, αφιέρωσε στον Παρθενώνα μια σειρά από επίχρυσες ασπίδες, που αναρτήθηκαν στο επιστύλιο της ανατολικής όψης. Αργότερα ασπίδες αναρτήθηκαν και στις υπόλοιπες πλευρές του ναού.

Το 298-295 π.Χ. ο τύραννος της Αθήνας, Λαχάρης, για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει τον στρατό του, αλλά και για προσωπικό του όφελος, αφαίρεσε τις ασπίδες, αλλά και τον χρυσό από το άγαλμα της Αθηνάς.

Τη ρωμαϊκή εποχή προστέθηκε επιγραφή με μεταλλικά γράμματα στην ανατολική όψη, προς τιμήν του αυτοκράτορα Νέρωνα.

Ο Παρθενώνας ως χριστιανικός ναός

Η πρώτη μεγάλη καταστροφή του Παρθενώνα έγινε το 267 μ.Χ. όταν οι Έρουλοι εισέβαλαν στην Αθήνα και την κατέστρεψαν. Ο Παρθενώνας κάηκε και η οροφή με το εσωτερικό του και το άγαλμα της Αθηνάς καταστράφηκαν πλήρως. Εργασίες αποκατάστασης πραγματοποιήθηκαν λίγα χρόνια αργότερα (ίσως μετά από λίγες δεκαετίες). Η νέα στέγη του ναού κάλυψε μόνο τον σηκό, αφήνοντας εκτός το πτερό. Η εσωτερική δίτονη κιονοστοιχία αντικαταστάθηκε με υλικό σε δεύτερη χρήση, που προερχόταν από κάποια στοά της πόλης. Το χρυσελεφάντινο λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς αντικαταστάθηκε με ένα αρκετά μικρότερο.

Κάπου μέσα στον 6ο αιώνα μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Για τη μετατροπή του, άλλαξε ο προσανατολισμός της κυρίας εισόδου. Η αρχαία ανατολική σφραγίστηκε και τη θέση της πηρε η αψίδα του ιερού. Ο κυρίως ναός ενώθηκε με τον οπισθόδομο μέσω μιας θύρας που ανοίχτηκε στον εσωτερικό τοίχο, ενώ μικρότερες πλευρικές θύρες ανοίχτηκαν στις πλευρές του σηκού. Την εποχή εκείνη, οι περισσότερες από τις μετόπες απολαξεύθηκαν βίαια και κάποια από τα κεντρικά αγάλματα του ανατολικού αετώματος αφαιρέθηκαν. Ο ναός αφιερώθηκε στην Παναγία (Παναγία η Αθηνιώτισσα) και κοσμήθηκε με αγιογραφίες και ψηφιδωτά. Από τον 11ο αιώνα διέθετε πλήθος πολύτιμων αφιερωμάτων και ήταν πλέον από τους σημαντικότερους χριστιανικούς ναούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Χαρακτηριστικό είναι πως ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’, ύστερα από τις νίκες του κατά των Βουλγάρων, επέλεξε την Παναγία την Αθηνιώτισσα για προσκύνημα.

Στους πρώτους χρόνους της λατινικής κυριαρχίας (13ος αιώνας) ένας πύργος χτίστηκε στο νότιο μέρος του οπισθόναου, πιθανότατα για να στηρίξει ένα καμπαναριό, και ο ναός μετατράπηκε σε καθολική εκκλησία αφιερωμένη πάλι στην Παναγία (Notre Dame).

Ο Παρθενώνας ως τζαμί

Λίγα χρόνια μετά το 1458 και την κατάληψη της Αθήνας από τους Οθωμανούς, ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε τζαμί, με μόνη προσθήκη στο εξωτερικό, έναν μιναρέ στη θέση του χριστιανικού καμπαναριού. Οι Οθωμανοί διατήρησαν το μνημείο στην προϋπάρχουσα κατάστασή του, αφήνοντας ορατό ακόμη και το μεγάλο ψηφιδωτό της Παναγίας στην κόγχη του ιερού.

Η μεγάλη καταστροφή του Παρθενώνα έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1687 κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Αθήνας από τον στρατό των Βενετών υπό τον Φραγκίσκο Μοροζίνι. Οι οχυρωμένοι Τούρκοι είχαν φυλάξει 500 βαρέλια πυρίτιδας στο εσωτερικό του Παρθενώνα, καθώς ήταν και το πιο ασφαλές κτήριο. Ύστερα από συνεχόμενο βομβαρδισμό, μία οβίδα κατάφερε και διαπέρασε την οροφή, βάζοντας φωτιά στην πυρίτιδα. Ο Παρθενώνας ανατινάχτηκε και μετατράπηκε για πάντα σε ανοιχτό ερείπιο. Ο Μοροζίνι, ύστερα από την κατάληψη της Ακρόπολης, προσπάθησε να αφαιρέσει τα κεντρικά αγάλματα του δυτικού αετώματος για να τα μεταφέρει ως τρόπαια στη Βενετία. Κατά τη διάρκεια της μετακίνησης, τα αγάλματα έπεσαν από το αέτωμα και καταστράφηκαν.

Ως ερείπιο πλέον, ο Παρθενώνας διευκόλυνε τη λεηλασία των αγαλμάτων και των αρχιτεκτονικών μελών του. Αποκορύφωμα υπήρξε η λεηλασία των γλυπτών από τον Λόρδο Έλγιν που αφαίρεσε το μεγαλύτερο μέρος των γλυπτών το διάστημα 1801-1812, τα οποία βρίσκονται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης.

Μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, ξεκίνησαν εργασίες αναστήλωσης του Παρθενώνα. Οι πρώτοι κίονες αναστηλώθηκαν το 1841-44, ενώ μεγάλης έκτασης αναστηλώσεις έγιναν το 1898-1902 και 1921-33. Το 1975 ξεκίνησε το σημερινό μεγάλο πρόγραμμα αναστηλώσεων της Ακρόπολης.